Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

Με το χαμόγελο στα χείλη



Συμπληρώνονται 70 χρόνια από τον εορτασμό της πρώτης επετείου της δεύτερης εθνικής μας γιορτής, της 28ης Οκτωβρίου. Κι έχει μεγάλη σημασία εκείνος ο εορτασμός της πρώτης επετείου από την απρόκλητη αιφνιδιαστική εισβολή, την απρόσμενα επιτυχή αντίδραση και τη νικηφόρα προέλαση μέσα στο ιταλικό έδαφος (η Αλβανία είχε προσαρτηθεί ως επαρχία στην Ιταλία) την προηγούμενη χρονιά.


Η επίσημη κήρυξη της γενικής επιστράτευσης με ημερομηνία 28 Οκ-
τωβρίου 1940...
 
...και η επιστράτευση με το χαμόγελο στα χείλη, που δεν περίμενε
την επίσημη κήρυξή της. Από πολύ νωρίς τα κέντρα κατάταξης
είχαν πλημμυρίσει από εφέδρους και μη που εκληπαρούσαν για
την εθελοντική τους κατάταξη.

Πραγματοποιήθηκε σιωπηλά, αλλά εμφατικά μέσα στη μαύρη καταχνιά της Κατοχής και είναι ίσως μοναδικό παράδειγμα ένας λαός να τιμά τους πεσόντες ήρωές του, σε έναν πόλεμο, ενώ στενάζει κάτω από την μπότα του εχθρού τον οποίο νίκησε στο πεδίο της μάχης, αλλά που για άλλους λόγους ο νικημένος του εχθρός είναι τώρα ο δυνάστης του… Ο στρατός Κατοχής του.
Κάποια στεφάνια με γαλανόλευκες κορδέλες στον Άγνωστο Στρατιώτη κρυφά κι αθόρυβα μες στη νύχτα ήταν η θύμηση της επετείου από ανώνυμους πολίτες για επώνυμους ήρωες. Δεν ήταν λίγο, δεν ήταν πολύ. Ήταν το πρέπον. Ήταν η συνεπής προέκταση της αποκοτιάς τους, όταν με το χαμόγελο στα χείλη αντιμετώπισαν  σε άνισο, θεωρητικά, αγώνα την προσβολή..
Εκείνο το χαμόγελο, που δεν ήταν απλώς ένα χαμόγελο στα χείλη, μα ένας χείμαρρος σαρκαστικού γέλιου από έναν ολόκληρο λαό, εκφράστηκε, δημοσιοποιήθηκε και απαθανατίστηκε με το τραγούδι, με τις γελοιογραφίες του Τύπου, τα επιθεωρησιακά νούμερα των θεάτρων, από τις ραδιοφωνικές εκπομπές του μοναδικού ραδιοφωνικού σταθμού, τότε, και με τα ανέκδοτα που κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα.
Με το χαμόγελο στα χείλη, λοιπόν

Χιλιοειπωμένη φράση για τίτλο σχετικών επετειακών θεμάτων, άρα καθόλου πρωτότυπη. Είναι, όμως, εμβληματική. Δείχνει πεντακάθαρα, αντικατοπτρίζει το φρόνημα ενός λαού, που εκφράζει την ευψυχία του όχι μόνο με παιάνες, αλλά και με το “χαμόγελο στα χείλη”, που δεν χάνει τη σατιρική του διάθεση κι όταν ακόμα έχει να αντιμετωπίσει απειλές αναπότρεπτου κινδύνου.
Εδώ δεν γεννήθηκε η σάτιρα ως απ’ ευθείας απόγονος της σατυρικής ποίησης; 'Εστω κι αν ο όρος προέρχεται από λογοτεχνικό είδος που καλλιέργησαν οι Ρωμαίοι. Δεν ήταν ο Λεωνίδας εκείνος που απάντησε στον Ξέρξη 2.500 χρόνια πριν με ειρωνεία εσχάτης περιφρόνησης προς τον θάνατο «Καλύτερα, γιατί έτσι θα πολεμήσουμε κάτω από σκιά!», όταν ο Πέρσης μεγάλος βασιλέας τον απείλησε ότι τα βέλη του θα κρύψουνε τον ήλιο στον ουρανό; Βέβαια, είχε προηγηθεί και το αξεπέραστο «Έλα, να τα πάρεις!» εννοώντας να του παραδώσουν οι Σπαρτιάτες τα όπλα τους αμαχητί. Δεν χρειάζεται να ψάξει κανένας πολύ για να βρει και σε αυτή τη φράση μεγαλείου την ειρωνεία. Κάτι ανάλογο και με το δικό του ιδιότυπο χοντροκομμένο βωμολόχο χιούμορ δεν είχε διατυπώσει και ο Καραϊσκάκης αναφερόμενους στους Τούρκους, ενώ ξεψυχούσε, τραυματισμένος θανάσιμα στη μάχη του Φαλήρου…
 Το «Όχι» (που δεν διατυπώθηκε ποτέ έτσι μονολεκτικά, τη στιγμή που λέγεται ότι διατυπώθηκε) εκτός από σύνθημα καθολικού modus operandi στην ξενική επιβουλή, ενέπνευσε και μια σειρά έργων λόγου, κυρίως σατιρικών και ακραίας γελοιοποίησης του εισβολέα προκειμένου να διατηρηθεί το λαϊκό φρόνημα στα υψηλά επίπεδα της πρώτης μέρας του πολέμου. Και τούτο έγινε σε βάρος του πολεμικού αξιώματος που λέει (με άλλη διατύπωση) ότι η αξία μιας νικηφόρας εποποιίας είναι ευθέως ανάλογη με την αξία του ηττημένου.
Ας είναι. Θα κρατήσουμε μόνο το «με το χαμόγελο στα χείλη» γιατί κατέγραψε κι αυτό με τον δικό του τρόπο το έπος.
Γελοιογραφίες, τραγούδια -τα περισσότερα γνωστές ιταλικές καντσονέτες με ελληνικούς επίκαιρους στίχους- και θεατρικές επιθεωρήσεις μονοπωλούσαν την πολιτική και καλλιτεχνική δημιουργία στους τελευταίους μήνες του 1940 και στους πρώτους του 1941.
.

 ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΕΠΟΥΣ
 Δεκάδες τραγούδια γράφτηκαν στο πεντάμηνο του ελληνό-ιταλικού πολέμου. Όλα είχαν να κάνουν με τον πόλεμο. Άλλα σοβαρά, άλλα χιουμοριστικά, αλλά σε ανεξάρτητες κυκλοφορίες και άλλα ενταγμένα σε επιθεωρησιακά νούμερα.
Η Σοφία Βέμπο, που “δια βοής” χρίστηκε η τραγουδίστρια της νίκης, αφού τα δικά της τραγούδια αγαπήθηκαν περισσότερο από τον κόσμο κι αυτά συνεχίζονται να ακούγονται έως σήμερα, σε μια παρλάτα με τίτλο “Το Αλβανικό Έπος” γραμμένη από τον Μίμη Τραϊφόρο (πρωτακούστηκε στις 28 Οκτωβρίου 1963 στο Θέατρο Βέμπο σε παράσταση αφιερωμένη στα τραγούδια της για το έπος του ’40) καταλήγει περιγράφοντας εύστοχα τη δισκογραφική παραγωγή της εποχής.
Σ’ αυτά τα χρόνια άλλαξε του τραγουδιού η μορφή.
Ο έρωτας ξεχάστηκε, μπήκε ξανά στην μπάντα.
Και μες σε πόλεις και χωριά και σε κάθε κορ
υ
φή
νέα τραγούδια ακούστηκαν: τραγούδια του σαράντα.


Προπαγανδιστική αφίσα του ζωγράφου και
χαράκτη Γραμματόπουλου, προσαρμογή
μιας ανάλογης γαλλικής αφίσας από τον
Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η φράση "...για τη
Ρώμη..." είναι προσθήκη του Dino από το
κυρίαρχο σύνθημα της εποχής.

Η επιλογή των σατιρικών τραγουδιών ας αρχίσει με το τραγούδι που δανείζει και τον τίτλο στο θέμα.
“Με το χαμόγελο στα χείλη”.. Πρόκειται για το πιο δημοφιλές από τα σατιρικά τραγούδια -παρωδίες, θα ήταν πιο σωστό- που γράφτηκαν ενώ το αλβανικό έπος βρισκόταν εν εξελίξει. Είναι γνωστότερο σαν: “Κορόιδο Μουσολίνι”, αλλά ο αρχικός του τίτλος ήταν: “Στη Ρώμη”.

ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
«Με το χαμόγελο στα χείλη
πάν οι φαντάροι μας μπροστά
και γίνανε οι Ιταλοί ρεζίλι,
γιατί η καρδιά τους δε βαστά.

Κορόιδο Μουσολίνι, κανένας δε θα μείνει,
εσύ και η γελοία, η πατρίδα σου η Ιταλία, τρέμετε όλοι τα χακί.

Δεν έχεις διόλου μπέσα κι όταν θα μπούμε μέσα
ακόμα και στη Ρώμη γαλανόλευκη θα υψώσουμε σημαία Ελληνική.

Βρέχει και κάτω από την τέντα
δεν κάνουν βήμα προς τα μπρος
και λένε τ ανακοινωθέντα:
φταίει ο κακός μας ο καιρός.
Κορόιδο Μουσολίνι κανένας δε θα μείνει
Εσύ και η γελοία, η πατρίδα σου η Ιταλία, τρέμετε όλοι το χακί.
Δεν έχεις διόλου μπέσα κι όταν θα μπούμε μέσα
ακόμα και στη Ρώμη γαλανόλευκη θα υψώσουμε σημαία Ελληνική
..»

Οι στίχοι του οφείλονται στον, τότε, φαντάρο στο μέτωπο Γιώργο Οικονομίδη, Το “κούμπωσε” πάνω στη μουσική της καντσονέτας “Reginella Campagnola” του Ιταλού συνθέτη Eldo di Lazzaro (1902-1968).
Αγαπήθηκε, όσο κανένα άλλο  από τα τραγούδια εκείνης της εποχής για τον ευκολομνημόνευτο και εύθυμο ρυθμό του. Ήταν το τραγούδι που το σφύριζαν περιπαιχτικά οι Αθηναίοι, κάπως σαν εκδίκηση, όταν διασταυρωνόταν ο δρόμος τους με Ιταλούς φαντάρους στη διάρκεια της Κατοχής. Είναι γιατί ποτέ δεν μπόρεσε ο ελληνικός λαός να ανεχθεί, ότι ο ταπεινωμένος στα βουνά της Πίνδου ιταλικός στρατός, ελέω Χίτλερ, έγινε στρατός Κατοχής του.
Κι όσο οι Ιταλοί δεν ήξεραν με τι λόγια είχε ντυθεί στα ελληνικά η αγαπημένη και σε αυτούς μελωδία του “Ρετζινέλλα Καμπανιόλα” καμάρωναν για τα… φιλοϊταλικά αισθήματα του ελληνικού λαού!..

Μια διευκρινιστική παρένθεση: Σε πολύ μεταγενέστερη εκτέλεση έγινε μια political correct επέμβαση στον στίχο «… εσύ και η γελοία η πατρίδα σου η Ιταλία…» σε « εσύ και γελοία, η φασιστική Ιταλία…»
Μπορεί να μην σωστό να γίνονται επεμβάσεις σε ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα που να αλλοιώνουν το νόημά του, αλλά στην προκείμενη περίπτωση η συναισθηματική φόρτιση του στιχουργού αδικούσε ολόκληρο τον ιταλικό λαό, πράγμα που ακόμα και μέσα στην Κατοχή δεν φαίνεται να το συμμεριζόταν απόλυτα ο ελληνικός λαός. Κατά κάποιο τρόπο το απέδειξε πρώτα με τα τσιγάρα και τρόφιμα που πρόσφεραν οι Αθηναίοι στους Ιταλούς σαν περνούσαν από τους δρόμους της Αθήνας αιχμάλωτοι στις πρώτες μέρες του πολέμου… Κι ακόμα περισσότερο, όταν μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας το ’43, με κίνδυνο της ίδιας της ζωής τους έκρυψαν κι έσωσαν όσους μπόρεσαν Ιταλούς από το φονικό μένος της ναζιστικής θηριωδίας… Ιταλούς που δεν θέλησαν να προσχωρήσουν στον γερμανικό στρατό μετά την συνθηκολόγηση… Και πολλοί από αυτούς το ανταπόδωσαν. Ανέβηκαν στο βουνό κι εντάχθηκαν στο αντάρτικο.
Για τους μελανοχίτωνες, τους πραιτοριανούς του ιταλικού φασισμού, ήταν λοιπόν η χλεύη του στίχου. Και μόνο για αυτούς.
Κλείνει η παρένθεση.
Το “Με το χαμόγελο στα χείλη” τραγουδήθηκε από πολλούς καλλιτέχνες εκείνο τον καιρό (μεταξύ των οποίων και η Βέμπο) και “χτυπήθηκε” σε δίσκο άλλες τόσες φορές, αλλά η πρώτη του εκτέλεση από τον Νίκο Γούναρη ήταν η καλύτερη.
Για την ιστορία, ας αναφερθεί ακόμα, ότι η μελωδία ήταν ήδη πολύ γνωστή στους Αθηναίους -για αυτό και παρωδήθηκε- χάρη σε ένα βαριετέ που είχε ανεβεί στη σκηνή της “Όασης” την προηγούμενη χρονιά με τίτλο “Μικρή Χωριατοπούλα” και το ομώνυμο τραγούδι το είχε ερμηνεύσει η Ρένα Βλαχοπούλου. Οι στίχοι ήταν του Πωλ Μενεστρέλ που είχε ειδικευτεί στο να ντύνει με ελληνικούς στίχους, ολότελα άσχετους από τους πρωτότυπους, ξένες γνωστές μελωδίες. Ωστόσο σε δίσκο κυκλοφόρησε αρχικά με ερμηνευτή τον Φώτη Πολυμέρη.
Με το χαμόγελο στα χείλη
φέρνει Άνοιξη μεσ’ τις καρδιές
και σαν τριαντάφυλλο τ’ Απρίλη
σκορπάει γύρω ευωδιές

(σημ. στις ακουστικές επιλογές που ακολουθούν, να μη ληφθεί υπόψη η προειδοποίηση περί ασφαλούς περιεχομένου. Είναι τυπική. Πατήστε ΟΚ. Σε περίπτωση που δεν παίξει, πατήστε down load as MP3.... Καλή ακρόαση)

 ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ "ΜΕ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΣΤΑ ΧΕΙΛΗ" ΜΕ ΤΟΝ ΓΟΥΝΑΡΗ

Λίγο νωρίτερα μέσα στη χρονιά του 1940, ο Σπύρος Περιστέρης το διασκευάζει στιχουργικά για μια ακόμα φορά και του δίνει μουσικά το τέμπο του ρεμπέτικου, όπου το τραγούδησαν ο Μάρκος Βαμβακάρης κι ο Στράτος Παγιουμτζής. Τίτλος του.. καντσονετο-ρεμπέτικου τραγουδιού: “Μανάβισσα και γαϊδουράκι” και μάλλον εμπνεύσθηκε τον τίτλο και το θέμα από το πρώτο δίστιχο του τρίτου κουπλέ της “Μικρής χωριατοπούλας”.
(Είμαι μανάβισσα στην πένα/με πρώτο πράγμα τρανταχτό/ότι γουστάρει στον καθένα/του σερβίρω πάντα στο λεπτό).
Μουσικά, είναι γεγονός ότι έχει απομακρυνθεί αρκετά από το πρωτότυπο, αλλά είναι ο ίδιος ο Περιστέρης, που στην ετικέτα του δίσκου ομολογεί ως… συνδημιουργό της μουσικής τον Ντι Λατσάρρο.
Στη ρεμπέτικη διαδρομή του έχει ακόμα μια διασκευή, πάλι από το Περιστέρη· “Το μαναβάκι” που λέει για κάποιον νεαρό μανάβη που φωτιές ανάβει στις κοπελιές της γειτονιάς.

ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ
Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του”.. Επιθεωρησιακό τραγούδι που τραγούδησε η Βέμπο σε στίχους του Γιώργου Θίσβιου και μουσική του Θεόφραστου Σακελλαρίδη. Η μελωδία του δεν ήταν άλλη από το οπερετικό τραγούδι του “Ράβει η Βάσω τα προικιά της”.
“Πω, πω, τι έπαθε ο Μουσολίνι” ερμήνευσε η Βέμπο σε ελληνικούς επίκαιρους στίχους του Πωλ Μενεστρέλ, πάνω σε βαλσάκι του Ιταλού Νίνο Καζιρόλι. Αλλά η απόδοση των στίχων προερχόταν μάλλον από μια προηγούμενη παρωδία του τραγουδιού στα αγγλικά, αφού και ο τίτλος μέσες άκρες θυμίζει τον αγγλικό What a surprise for the Duche
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ "ΒΑΖΕΙ Ο ΝΤΟΥΤΣΕ ΤΗ ΣΤΟΛΗ ΤΟΥ" ΜΕ ΤΗ ΒΕΜΠΟ

Ντούτσε, Ντούτσε”, τραγούδησε ο Νϊκος Γούναρης σε στίχους του Γιώργου Οικονομίδη και σε μουσική του Θεόφραστου Σακελλαρίδη.
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ "ΝΤΟΥΤΣΕ, ΝΤΟΥΤΣΕ" ΜΕ ΤΟΝ ΓΟΥΝΑΡΗ

Στον πόλεμο βγαίνει ο Ιταλός” τραγουδάει η Βέμπο πάνω στη μελωδία της δικιάς της επιτυχίας “Στη Λάρισα βγαίνει ο Αυγερινός”.
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ "ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΒΓΑΙΝΕΙ Ο ΙΤΑΛΟΣ" ΜΕ ΤΗ ΒΕΜΠΟ

Το “Μαραμένα τα γιούλια κι οι βιόλες” του Αττίκ για τις ανάγκες της πολεμικής επιθεώρησης έγινε: «Μυρωμένα τυριά γκοργκοντζόλες/ μας αφήκαν για κληρονομιά.
Το κακό είναι που μούχλιασαν όλες / και θυμίζουν φασιστική βρωμιά… Τουλάχιστον έτσι το τραγούδησε η Κάκια Μένδρη. Αλλά και το «Μιας δραχμής τα γιασεμιά» με άλλους στίχους έγινε πολεμικό τραγούδι για τις ανάγκες της επιθεώρησης «Μπράβο Κολονέλο».
Γενικά, η όποια τραγουδιστική επιτυχία της εποχής... επιστρατευόταν κι αυτή μέσα στη γενική επιστράτευση αντικαθιστώντας τον δαντελένιο στίχο της με το τραχύ χακί  του “στρατευμένου στίχου” της επικαιρότητας.


“Πω, πω, τι έπαθε ο Μουσολίνι” ερμήνευσε η Βέμπο σε ελληνικούς επίκαιρους στίχους του Πωλ Μενεστρέλ, πάνω σε βαλσάκι του Ιταλού Νίνο Καζιρόλι. Αλλά η απόδοση των στίχων προερχόταν μάλλον από μια προηγούμενη παρωδία του τραγουδιού στα αγγλικά, αφού και ο τίτλος μέσες άκρες θυμίζει τον αγγλικό What a surprise for the Duche” (Τι έκπληξη για τον Ντούτσε).
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ "ΠΩ ΠΩ ΤΙ ΕΠΑΘΕ Ο ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ" ΜΕ ΤΗ ΒΕΜΠΟ
https://mail.google.com/mail/?ui=2&ik=f5ce9682ff&view=audio&msgs=133376e9203c0a44&attid=0.1&zw


Η ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΗ ΣΥΣΤΡΑΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ
Στα σατιρικά μοτίβα ήταν και τα πολεμικά ρεμπέτικα που ωστόσο, επειδή το ρεμπέτικο ήταν μουσικό είδος απαγορευμένο από το μεταξικό καθεστώς, το ταμπού της απαγόρευσης λειτούργησε καταλυτικά ώστε να μην τραγουδηθούν πλατιά την εποχή της επικαιρότητάς τους και μετά ως εκ τούτου αν δεν ξεχάστηκαν, είναι τουλάχιστο σχεδόν άγνωστα στον περισσότερο κόσμο.

“Άκου Ντούτσε μου τα νέα” ρεμπέτικο του Στελλάκη Περπινιάδη.
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ "ΑΚΟΥ ΝΤΟΥΤΣΕ ΜΟΥ ΤΑ ΝΕΑ" ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΠΙΝΙΑΔΗ

Το όνειρο του Μπενίτο” πολεμικό ρεμπέτικο σε στίχους του Μίνωα Μάτσα πάνω στη μελωδία του “Ο Αντώνης, ο βαρκάρης ο Σερέτης” του Γιάννη Παπαϊωάννου. Σε αυτή την εκτέλεση ακούγονται οι φωνές του  Μάρκου Βαμβακάρη και του Απόστολου Χατζηχρήστου.
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ "ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΜΠΕΝΙΤΟ" ΜΕ ΤΟΝ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗ

Στον ύπνο σου την έβλεπες” ρεμπέτικο σε στίχους, μουσική και ερμηνεία από τον Γιάννη Παπαϊωάννου.
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ "ΣΤΟΝ ΥΠΝΟ ΣΟΥ ΤΗΝ ΕΒΛΕΠΕΣ" ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

Το κόλπο σου δεν έπιασε φρατέλλο στην Ελλάδα” ρεμπέτικο σε στίχους του Μιχάλη Παπασιδέρη και μουσική του Δημήτρη Σέμση.
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ "ΤΟ ΚΟΛΠΟ ΣΟΥ ΔΕΝ ΕΠΙΑΣΕ"

 Θα πάρω το ντουφέκι μου να πάω να πολεμήσω” λέει ο Στέλιος Κερομύτης (1940).
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ "ΘΑ ΠΑΡΩ ΤΟΥ ΝΤΟΥΦΕΚΙ ΜΟΥ.." ΜΕ ΤΟΝ ΚΕΡΟΜΥΤΗ

Γεια σας φανταράκια μας” . Ο Μάρκος Βαμβακάρης άλλαξε ο ίδιος τους στίχους του ρεμπέτικου τραγουδιού του “Καραντουζένι” που μιλούσε για τεκέδες, ναργιλέδες και μπαγλαμάδες για χάρη του πατριωτικού πνεύματος που κυριαρχούσε και τραγούδησε με την ίδια μουσική για το απαράμιλλο σθένος των φαντάρων στην πρώτη γραμμή. Το τραγουδάει ο ίδιος μαζί με τον Απόστολο Χατζηχρήστο.



ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ "ΓΕΙΑ ΣΑΣ ΦΑΝΤΑΡΑΚΙΑ ΜΑΣ"
ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΝΘΕΤΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΠ. ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟ

ΚΑΙ ΤΟ FINALE ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ... Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ
Έμεινε σαν επίλογος το πιο διάσημο από τα τραγούδια αυτής της σύντομης περιόδου. Δεν είναι σατιρικό, δεν είναι παρωδία, αν και η μουσική του δε είναι πρωτότυπη.
Προερχόταν από ένα τραγούδι με στίχους ρομαντικούς που παράπεμπαν στην λαγγεμένη Ανατολή και μουσική ανάλογη αργόσυρτη και το οποίο είχε γίνει επιτυχία από τη Σοφία Βέμπο όταν το είχε τραγουδήσει το 1938. Με βάση αυτή τη μελωδία αναδείχτηκε τραγούδι επικό.
Η Σοφία Βέμπο παράγγειλε στον Μίμη Τραϊφόρο πάνω στη μελωδία της επιτυχίας της Ζεχρά” των Αιμίλιου Σαββίδη (στίχοι) και Μιχάλη Σουγιούλ (μουσική), να ταιριάξει στίχους επίκαιρους, πατριωτικούς.
Ο Τραϊφόρος, παρά τους αρχικούς ενδοιασμούς του για το πώς ένα τόσο γνωστό τραγούδι με χαρακτήρα αισθαντικό, ρομαντικό και μάλιστα με κάπως ανατολίτικο τέμπο και άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους το στίχο με τη μουσική στη συνείδηση του κόσμου, θα μπορούσε να μεταλλαχτεί σε πατριωτικό, για τις απαιτήσεις της εποχής, τραγούδι και από πάνω να γίνει και επιτυχία. Η Βέμπο επέμενε κι ο Τραϊφόρος, τελικά το έκανε.
Η ρωμαλέα φωνή της Βέμπο το έκανε θούριο!...Παιάνα! “Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά!”




Μεσ' τους δρόμους τριγυρνάνε
οι μανάδες και κοιτάνε
ν' αντικρίσουνε,
τα παιδιά τους π' ορκιστήκαν
στο σταθμό όταν χωριστήκαν
να νικήσουνε.
Μα για 'κείνους που 'χουν φύγει
και η δόξα τους τυλίγει,
ας χαιρόμαστε,
και ποτέ καμιά ας μη κλάψει,
κάθε πόνο της ας κάψει,
κι ας ευχόμαστε:
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά,
που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά,
παιδιά στη γλυκιά Παναγιά
προσευχόμαστε όλες να 'ρθετε ξανά.
Λέω σ' όσες αγαπούνε
και για κάποιον ξενυχτούνε
και στενάζουνε,
πως η πίκρα κι η τρεμούλα
σε μια τίμια Ελληνοπούλα,
δεν ταιριάζουνε.
Ελληνίδες του Ζαλόγγου
και της πόλης και του λόγγου
και Πλακιώτισσες,
όσο κι αν πικρά πονούμε
υπερήφανα ας πούμε
σαν Σουλιώτισσες.
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά,
που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά,
παιδιά στη γλυκιά Παναγιά
προσευχόμαστε όλες να 'ρθετε ξανά.
Με της νίκης τα κλαδιά,
σας προσμένουμε παιδιά.


ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ "ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΠΑΙΔΙΑ"
Κι όμως, αυτό το τραγούδι η Βέμπο παραλίγο να το απέρριπτε. Εύρισκε πολύ σκληρό κι άδικο το τελευταίο δίστιχο για τον τιτάνιο αγώνα των φαντάρων στο βουνό το «Αν δεν ερθείτε νικηταί/ να μην έρθετε ποτέ» και ο Τραϊφόρος επί τόπου το άλλαξε σε «Με της νίκης τα κλαδιά/σας προσμένουμε παιδιά».
Η τραγουδίστρια αυτή τη φορά ενθουσιάστηκε και το τραγούδησε το ίδιο κιόλας βράδυ από τη σκηνή του θεάτρου.
Μέσα στην Κατοχή,  αυτό το τραγούδι ήταν η κύρια αιτία, που οι χολωμένοι Ιταλοί αφαίρεσαν την άδεια εργασίας από τη Βέμπο και της απαγόρευσαν να εμφανιζεται στη θεατρική σκηνή, έστω κι αν, αναγκαστικά, δεν το τραγουδούσε πια. Τραγουδιόταν όμως παντού από τον κόσμο. Ακόμα και σε γάμους, πράγμα που οι ίταλικές δυνάμεις Κατοχής το γνώριζαν, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Η Βέμπο κατάφερε και το 'σκασε στη Μέση Ανατολή, όπου μαζί με άλλους διαφυγόντες καλλιτέχνες έστησαν την "Μονάδα Ψυχαγωγίας του Ελεύθερου Ελληνικού Στρατού".

                                                              **************************
Πολλά χρόνια αργότερα, φέτος το καλοκαίρι, όπου υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα εμπόλεμης κατάστασης και όχι μόνο σαν και τότε, ήρθε και η σειρά αυτού του τραγουδιού να υποστεί, ιερόσυλα για την ιστορία του, τις συνέπειες μιας παρωδίας για τις ανάγκες επιθεωρησιακού νούμερου με θέμα την ανεργία που μαστίζει τους νέους. Επειδή, όμως δεν έφτανε από μόνο του να περάσει μουσικά το μήνυμα της αντίδρασης των νέων που κάποια στιγμή θα πρέπει να εκδηλωθεί, για τις ανάγκες του ιδίου νούμερου “παντρεύτηκε” μουσικά με πασίγνωστο αγωνιστικό παιάνα στιχουργικά προσαρμοσμένο στις ανάγκες και στα μηνύματα του σκετς  «Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά, του πεντακοσάρικου γενιά». Εν προκειμένω το χαμόγελο είναι το τελευταίο και ισχυρότερο όπλο του καταπιεσμένου.
Ιδού το:

ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΠΑΙΔΙΑ (παρωδία)
(στη μελωδία του «Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά»
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά
που αργά ξενυχτάτε σε μπαράκια πριβέ,
αραχτά με γλυκιά φραπεδιά
στα κινητά σας μιλάτε για νέα κονέ.

Το πρωί αργά που ξυπνάτε
στη καφετέρια και πάλι θα πάτε
γιατί δουλειά δεν υπάρχει καμιά
κι άνεργοι πια τριγυρνάτε,
Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά...
         ……….
(στη μελωδία του «Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους»)

Παιδιά σηκωθείτε
και βγείτε στους δρόμους
σκληρά πολεμείστε
συμβάσεις και νόμους
σπρώξτε με χέρια και ώμους
με πίστη και θάρρος,
κι η ελπίδα για νίκη
ας γίνει ο φάρος
τ’ αγώνα κι η θεία η δίκη.
        ……….
(σε πρωτότυπη εμβατηριακή μελωδία που να θυμίζει κάτι ανάμεσα στις δυο προηγούμενες)

Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά
τη δουλειά σας την τίμια 
αυτούς που την κλέψαν, 
χτυπήστε, γκρεμίστε συντρίμμια...  
Όλα. εμπρός, σαν μία γροθιά
τα στήθια φωτιά, τα χέρια σπαθιά.

Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά
εμπρός, εμπρός σαν μία γροθιά:
Χτυπήστε, γκρεμίστε,
νικήστε και χτίστε
ξανά,
όλα μαζί σαν μία καρδιά
παιδιά της Ελλάδος, παιδιά…

Όλα μαζί σαν μία καρδιά
παιδιά της Ελλάδος, παιδιά…

Σημείωση: Η αναφορά ως πρώτου εορτασμού την αθόρυβη κατάθεση στεφάνων αφορά στη νυκτερινή επίσκεψη αγνώστων (λέγεται ότι ήταν μαχητές του μετώπου οι οποίοι τιμούσαν τους νεκρούς συνστρατιώτες τους), επειδή ανήμερα την 28η Οκτωβρίου στο Πανεπιστήμιο η επέτειος τιμήθηκε με ομιλίες καθηγητών, ενώ μέγα πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε μπροστά από το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη για κατάθεση στεφάνων. Η έφιππη ιταλική καραμπινερία προσπάθησε να διαλύσει τη συγκέντρωση, χωρίς ευτυχώς να υπάρξουν θύματα.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΣΙΝΕΜΑ



 




 “Γκρο πλαν” από τις γιγαντοαφίσες
του Γεράσιμου Τουλιάτου (1951-1991)

Κάπου στο 2003 βοηθώντας για την επιλογή των γιγαντοαφισών που θα αποτελούσαν το θέμα μιας ατομικής έκθεσης του Γεράσιμου Τουλιάτου στο Πολιτιστικό Κέντρο του Ψυχικού, πρόσεξα ότι έβγαινε υλικό και για ένα “προσωποκεντρικό” άλμπουμ. Έτσι, έγινε και μια δεύτερη επιλογή, ταυτόχρονα με την κύρια επιλογή για την έκθεση…

  Close up, gros plan, κοντινό πλάνο, όπως θέλετε πέστε το, 
  στα πρόσωπα που απεικονίζονται στις γιγαντοαφίσες θα ήταν
  το θέμα της επιλεκτικής αυτής συλλογής.
  Πινελιές, εκπληκτικές λεπτομέρειες που στο γενικό πλάνο και
  από μακριά μάλιστα, δεν είναι δυνατό να διακριθούν. Αόρατες
  επτομέρειες, που συνθέτουν ωστόσο, την εικόνα της έκφρασης
  του απεικονιζόμενου προσώπου. Ποιοτική υπογραφή του
  καλλιτέχνη στον τρόπο που διαχειρίζεται τις αόρατες
 λεπτομέρειες της σύνθεσής του. Ο καθένας έχει τον δικό του μοναδικό τρόπο στο να περιγράψει και να αποδώσει τα συναισθήματα του πρωταγωνιστή στο τεραστίων διαστάσεων “ντεκόρ”, όπως αποκαλούσαν οι δημιουργοί των γιγαντοαφισών τα έργα τους, προερχόμενοι οι παλιότεροί τους από τον χώρο της θεατρικής σκηνογραφίας.
Τελικά, δεν βγήκε άλμπουμ.
 
 Επιλέχθηκε η μορφή ημερολογίου τοίχου για τη χρονιά του 2004. Τα έντεκα πρόσωπα ήταν close up από γιγαντοαφίσες του Γεράσιμου Τουλιάτου, αλλά δυστυχώς κάποια πλημμύρα στην αποθήκη που φυλάσσονταν ντανιασμένες οι γιγαντοαφίσες κατέστρεψε τις κάτω-κάτω και παλαιότερες.
Συνέπεια αυτού η επιλογή να μην περιέχει υλικό από την πρώτη περίοδο, τη δεκαετία του '50 με το χολυγουντιανό στάρ σύστεμ στην  αποθεωτική κορύφωσή του και τις επικές ταινίες που συνήθως ανέβαζε το "Κοτοπούλη", ένας κινηματογράφος, του οποίου τα ντεκόρ αναρτημένα στην πρόσψη του κτιρίου ήταν τεραστίων διαστάσεων, ώστε να διακρίνονται με ευκολία από την απέναντι μεριά της πλατείας Ομονοίας, ακόμα και από τις πολυσύχναστες οδούς Σταδίου και Πανεπιστημίου





Το δωδέκατο close up, αυτό για τον μήνα Αύγουστο, ήτα προσφορά του ζωγράφου Μάριου Χονδρογιάννη, μαθητή του Μεμά Τουλιάτου και στεού συνεργάτη στα τελευταία χρόνια.
Ο λόγος αυτής της επιλογής ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες που θα διεξάγονταν στην Αθήνα εκείνο τον μήνα και ο κ. Χονδρογιάννης θέλοντας να συμβάλλει με τον τρόπο του στο αφιέρωμα, προσέφερε μια δική του αφίσα από ταινία του 1962 με θέμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες που είχαν διεξαχθεί στην Αθήνα το 1896.
Το ημερολόγιο-άλμπουμ αυτό, είναι σήμερα συλλεκτικό.

                                                ********************
Ο Γεράσιμος -Μεμάς για τους γνωστούς του- Τουλιάτος (1919-2007) ήταν ένας από εκείνους τους δημιουργούς που ανύψωσαν στην Ελλάδα σε αυτόνομη Τέχνη την κινηματογραφική γιγαντοαφίσα. Δημιουργοί κι ας αποκαλούσαν οι ίδιοι τους εαυτούς τους “μαστόρους” για αυτό που έκαναν, κρατώντας τον “ζωγράφο” για άλλες εκφράσεις της τέχνης τους πιο προσωπικές. Για ό,τι τους εξέφραζε, για ό,τι τους ενέπνεε να το αποτυπώσουν στον καμβά ή στο χαρτί.
Η κινηματογραφική γιγαντοαφίσα δεν ήθελε ούτε καμβά, ούτε ακριβό χαρτί. Πινέλα μεγάλων επιφανειών σκέπαζαν ταχύτατα με χρώματα αναμειγμένα με αλευρόκολα φτηνά χαρτιά από ρολό και μόλις τέλειωνε η αποστολή της αφίσας στην είσοδο του σινεμά ήταν πλέον άχρηστη. Την αποκαθήλωναν και την ξήλωναν βάναυσα και βιαστικά από το τελάρο της για να βάλουν την αφίσα του επόμενου έργου. Για αυτό και οι πιο πολλές χάθηκαν. Ανάμεσά τους και πολλές αριστουργήματα. Ο Μεμάς ο Τουλιάτος διέσωσε  αρκετά από τα δικά του κινηματογραφικά πανό με την “εφήμερη τέχνη”, που ο ρόλος της να λειτουργήσει σαν κράχτης διαρκούσε όσο παιζόταν η ταινία στην αίθουσα. Το πολύ-πολύ ο τίτλος της ταινίας να χρησιμοποιούταν ατην προθήκη κάποιου σινεμά Β' προβολής, που ο ιδιοκτήτης του αποζητούσε λίγο glamour, έστω και από δεύτερο χέρι που του πρόσφερε ο καλλιγραφημένος τίτλος, απομεινάρι μιας πραγματικά γκλαμουράτης γιγαντοαφίσας.
Πολλοί θα θυμηθούν κάποια από αυτά τα πανό έχοντάς τα δει στη Α’ προβολή τους στον “Απόλλωνα”, στο  “Αττικόν”, στον  “Έσπερο”, στο  “Ρεξ”, στο παλιό “Τιτάνια”, στο “Κοτοπούλη”. 
Ίσως και κάποιοι στα “-όντα” τους να θυμούνται το επτάμετρο κεφάλι της Πόλα Νέγκρι, προπολεμικής σταρ του σινεμά και ντίβας της γερμανικής  UFA, που κάλυπτε μεγάλο μέρος στην πρόσοψη στον “ουρανοξύστη” του “Rex”.
Ε, δικό του έργο ήταν, όταν νεαρός μαθητευόμενος, τότε στη δεκαετία του ’30, δούλευε στο εργαστήρι εφηρμοσμένων τεχνών -ατελιέ, το λένε τώρα- του θείου του Δημήτρη Μακρή, του πρώτου διδάξαντα την κινηματογραφική αφίσα στην Ελλάδα 


Γεννημένος στη Ρουμανία, ήρθε στην πατρίδα του πατέρα του το 1935 σε ηλικία 16 χρονών έχοντας στις αποσκευές του γνώσεις από σπουδές διακοσμητικής και ξυλουργικής που είχε αποκτήσει σπουδάζοντας στη ρουμανική Scuala de Arte si Meserii.
Άρχισε να εργάζεται σαν τεχνίτης σκηνικών στο Εθνικό Θέατρο, μαθαίνοντας εμπειρικά και την τέχνη της θεατρικής σκηνογραφίας στα 10 χρόνια που δούλεψε στο Εθνικό. Πέρασε στο ελεύθερο θέατρο μετά τον πόλεμο, αλλά όχι για πολύ. Ξαναγύρισε από εκεί που είχε αρχίσει. Στα πανό των κινηματογραφικών αιθουσών, που παρότι είχαν αναδειχθεί αρκετοί ικανοί και ταλαντούχοι “μάστοροι”, όπως είπαμε αποκαλούσαν την ειδικότητά τους- η ζήτηση ξεπερνούσε την προσφορά τους επειδή οι αιθουσάρχες, των μεγάλων κεντρικών αιθουσών με απαιτήσεις πλέον καλλιτεχνικής ποιότητας στα πανό των κινηματογράφων τους ενεπλάκησαν σε έναν ιδιόμορφο ανταγωνισμό, ποιανού η πρόσοψη του σινεμά του θα έχει το πιο εντυπωσιακό κράχτη για την ταινία.
Ο Μεμάς ο Τουλιάτος έστησε εργαστήρι στην αυλή πίσω από τους κινηματογράφους “Αττικό” και “Απόλλωνα” γιατί για αυτούς βασικά δούλευε, μαζί με τον Γιώργο τον Βακιρτζή, τον “πρωτομάστορα” τον κορυφαίο κατά γενική ομολογία ζωγράφο διαφημιστικής αφίσας και κινηματογραφικής γιγαντοαφίσας (χρεώνομαι με υπόσχεση να παρουσιάσω σε μελλοντική ανάρτηση το πώς φτιαχνόταν μια γιγαντοαφίσα στο ημιυπόγειο εργαστήρι των Τουλιάτου-Βακιρτζή και στην πίσω αυλή του νεοκλασικού κτιρίου, εκεί στην Χρήστου Λαδά 1).
Στη χρυσή εποχή της γιγαντοαφίσας το εργαστήρι με αρκετούς μαθητευόμενους και βοηθούς στο συνεργείο του ολοκλήρωνε και έστηνε στα σινεμά κάθε βδομάδα έως και τέσσερες γιγαντοαφίσες, ακόμα και γιγαντιαίες ντεκουπέ εικόνες στις εισόδους. και σε καμιά περίπτωση η ποιότητα κάποιας δεν ήταν κατώτερη από τις υπόλοιπες.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 η ζήτηση της γιγαντοαφίσας  περνάει σε φάση μη αναστρέψιμης παρακμής, με συνέπεια σήμερα να μην υπάρχουν παρά ένας ή δυο κινηματογράφοι που να επιμένουν στην παράδοση, καθώς το ψηφιακό πλότερ αντικατέστησε τους “μαστόρους”.
Το 1994 και ενώ ο Μεμάς Τουλιάτος είχε αποσυρθεί από τον χώρο της γιγαντοαφίσας ασχολούμενος με την μεγάλη του αγάπη την μικρογλυπτική στο ξύλο και την επιμέλεια και “αναστήλωση” όσων γιγαντοαφισών του είχαν διασωθεί, ανέλαβε να φιλοτεχνήσει την τελευταία του γιγαντοαφίσα. Ήταν για την ταινία του Αλέξη Μπίστικα “Το Χάραμα” με τον Σταύρο Ζαλμά και την Κατερίνα Κούκα. Στην κατασκευή, ειδικά του μεγαλόσωμου ντεκουπέ της Κούκα που υποδεχόταν τον κόσμο στον κινηματογράφο “Ιντεάλ”, συνέβαλε σημαντικά ο ζωγράφος και ο από τους ελάχιστους “μαστόρους” σήμερα ο Μάριος ο Χονδρογιάννης.
Κινηματογραφικές γιγαντοαφίσες του Μεμά Τουλιάτου έχουν παρουσιαστεί σε δύο προσωπικές του εκθέσεις, ενώ έργα του συμπεριλαμβάνονται στην ανθολογία της ελληνικής γιγαντοαφίσας στην έκδοση της ELAFI “Η Γιγαντοαφίσα στον Ελληνικό Κινηματογράφο”.

Γιγαντοαφίσα-μαρκίζα ειδικά φιλοτεχνημένη για διακόσμηση στο μπαρ του κινηματογράφου "Αττικόν",


Κείμενο: Γιώργος Βλάχος (από την εισαγωγή στο θέμα, που υπήρχε στο ημερολόγιο)


Credits του ημερολογίου:
ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΣΙΝΕΜΑ
ΣΤΙΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΦΙΣΕΣ
ΤΟΥ ΜΕΜΑ ΤΟΥΛΙΑΤΟΥ
(Νοέμβριος, 2003 σε 2.000 αντίτυπα)

Επιλογή υλικού-κείμενα-επιμέλεια: Γιώργος Βλάχος
Lay-out: Σοφία Γεωργοπούλου
Ατελιέ-παραγωγή: Επιμέλεια ΑΕ
Έκδοση-διανομή: Blues Hall, Παραγωγές ΕΠΕ
© Αρχείο έργων Μεμά Τουλιάτου (Μαρόλγα Βλάχου και Άλκηστη Γεωργοπούλου-Τουλιάτου)
© Αφίσα Αυγούστου: Μάριος Χονδρογιάννης

Στο εξώφυλλο: Λάιζα Μινέλλι από την ταινία “Τυχερή Κυρία” (1975) και Ρότζερ Μουρ από την ταινία “Τζέιμς Μποντ: Επιχείρηση Μουνρέικερ” (1978)

ΑΛΑΙΝ ΝΤΕΛΟΝ
"Σημείον επαφής" (1982)
(έχει δοθεί)

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΠΛΑΜΕΡ
"Έγκλημα στον Τάμεση" (1979)
 
ΚΛΑΟΥΣ ΚΙΝΣΚΥ
"Φιτζκαρράλντο, ο τυχοδιώκτης του Αμαζονίου" (1981)


ΛΙΒ ΟΥΛΜΑΝ-ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΚΑΡΑΝΤΑΪΝ
"Το αυγό του φιδιού" (1977)
(έχει δοθεί)


ΜΑΡΤΑ ΚΕΛΛΕΡ
"Μαύρα μάτια" (1987)
(έχει δοθεί)

ΑΝΤΟΝΥ ΚΟΥΕΪΝ
"Αλέξης Ζορμπάς" (1964)
(Πολιτιστικό Κέντρο Μπενετάτου, Ψυχικό)

ΠΩΛ ΝΙΟΥΜΑΝ
"Άγριο παιχνίδι" (1971)

ΤΖΕΗΝ ΜΑΝΣΦΙΛΝΤ
"Συνέβη στην Αθήνα" (1962)
Δημιουργός: Μάριος Χονδρογιάννης

ΖΕΡΑΡ ΝΤΕΠΑΡΝΤΙΕ
"Νταντόν" (1979)
Κινηματογράφος "Αττικόν"

ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΡΚΟΥΛΟΣ
"Ένα γελαστό απόγευμα" (1979)

ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΣΑΔΕΡΛΑΝΤ
"Μυστική αποστολή: Νήσος των άρκτων" (1991)
 
ΦΑΙΗ ΝΤΑΝΑΓΟΥΑΙΗ-ΜΙΚΥ ΡΟΥΡΚ
"Barfly' (1987

Και μερικά ακόμα gros plan από το αρχείο των γιγαντοαφισών του Μεμά Τουλιάτου, extra προσφορά του Δειοθήσαυρου σε όσους κατάφεραν να φτάσουν έως εδώ!!!!!

 ΝΤΑΣΤΙΝ ΧΟΦΜΑΝ [Τούτσι, 1982]
 ΤΟΜ ΚΡΟΥΖ [Επικίνδυνη αποστολή, 1996] (έχει δοθεί)
ΡΟΤΖΕΡ ΜΟΥΡ [Πράκτωρ 007, Επιχείρηση Μουνρέικερ, 1979]
Η αφίσα αυτή έπαιξε στο εξώφυλλο του ημερολογίου
 ΝΑΣΤΑΖΙΑ ΚΙΝΣΚΙ [Γλυκειά μου ξαδέλφη, 1979] (έχι δοθεί)
 ΜΠΑΡΤ ΛΑΝΓΚΑΣΤΕΡ-ΜΑΡΤΣΕΛΛΟ ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΝΙ
[Το Δέρμα, 1981]
ΥΒ ΜΟΝΤΑΝ-ΡΟΜΥ ΣΝΑΪΝΤΕΡ [Η λάμψη μιας γυναίκας, 1979] (έχει δοθεί)
 ΤΖΑΚ ΝΙΚΟΛΣΟΝ-ΦΑΙΗ ΝΤΑΝΑΓΟΥΑΙΗ [Τσάινα Τάουν, 1974]
 Ο Κουστώ στο Αιγαίο, [;]
ΜΠΑΡΜΠΡΑ ΣΤΡΕΪΖΑΝΤ-ΓΟΥΟΛΤΕΡ ΜΑΤΤΑΟΥ
[Hello Dolly, 1969]
H γιγαντοαφίσα είναι προσαρμογή της πρωτότυπης αμερικανικης
(Εχει δοθεί)
 ΡΟΫ ΣΑΪΝΤΕΡ [Το μεροκάματο του φόβου, 1985]
Έχει δοθεί
 ΄;;; [Οι τέσσαρις πιστολέρος]
 ΜΠΑΡΤ ΛΑΝΚΑΣΤΕΡ-ΤΖΕΙΜΣ ΚΟΜΠΕΡΝ
[Ο νόμος του μίσους]
 ΤΑΝΙΑ ΡΟΜΠΕΡΤΣ
[Σήνα η βασίλισσα της ζούγκλας, 1984]
Η Σήνα είναι η αγαπημένη ηρωίδα του Dino και η γιγαντοαφίσα αυτή πρόκειται να κοσμήσει το γραφείο του, μόλις βρεθεί ο κατάλληλος άδειος τοίχος μήκους μόλις 2,85 μέτρων και ύψους 1,60 μ.





Μέχρι να γίνει αυτό αρκείται να βλέπει απέναντί του την πιο κάτω εικόνα της...

... ΛΑΪΖΑ ΜΙΝΕΛΛΙ
που είναι τμήμα, μόλις 1,70 Χ 1,50  της γιγαντοαφίσας από το μιούζικαλ Lucky Lady του 1975 [παίχτηκε στην Ελλάδα την επόμενη χρονιά με τίτλο " Η τυχερή κυρία"] και μεταξύ μας δεν του πέφτει άσχημα να την αντικρίζει να ξεχωρίζει από τη σαβούρα που έχει μαζέψει γύρω του και τα λέει συλλογές..